Logo-left Logo-right
Displaying matches 2326 - 2350 of 9405 in total
Lemma Part of speech Gloss
Διιτρέφης Proper noun
δικάζω Verb
δίκαια Adjective
Δικαιογένης Proper noun
δικαιολογέομαι Verb
Δικαιόπολις Proper noun
δίκαιος Adjective
δικαιοσύνη Common noun
δικαιοφύλαξ Common noun
δικαιόω Verb
δικαίωμα Common noun
δικαίως Adverb
δικαίωσις Common noun
δικανικός Adjective
δικάσιμα Common noun
δικαστήριον Common noun
δικαστής Common noun
δίκελλα Common noun
δίκη Common noun
Δίκη Proper noun
δικός Adjective
δίκτυον Common noun
δίνη Common noun
διό Relative adverb
διό Adverb