Logo-left Logo-right
Displaying matches 5701 - 5725 of 9405 in total
Lemma Part of speech Gloss
μίμημα Common noun
μίμησις Common noun
μιμητικός Adjective
μιμνήσκω Verb
μίμνω Verb
μιν Personal pronoun
Μίνδαρος Proper noun
Μινύης Proper noun
μινυνθάδιος Adjective
Μινῴα Proper noun
Μίνως Proper noun
μίξις Common noun
μισέω Verb
μισητός Adjective
μισθοδοσία Common noun
μισθοδοτέω Verb
μισθός Common noun
μισθοφορά Common noun
μισθοφόρος Adjective
μισθόω Verb
μίσθωμα Common noun
μισθωτός Adjective
μῖσος Common noun
μίτρα Common noun
μιτρηφόρος Adjective